Συνέντευξη στην Ιωάννα Γκανέτσα
Δάσκαλος θεατρικής αγωγής τα τελευταία δέκα χρόνια και ηθοποιός που δεν σταματά να πειραματίζεται όποτε βρει γόνιμο έδαφος και ενδιαφέρουσες συνεργασίας, ο Παναγιώτης Μπάκας είναι ένας άνθρωπος της πόλης που αγαπά το σανίδι είτε είναι το πάτωμα μιας σχολικής τάξης είτε ο χώρος ενός θεάτρου. Μιλά και για τα δυο και μας αποδεικνύει ακόμη μια φορά ότι το θέατρο είναι μέρος όχι μόνο του πολιτισμού αλλά της καθημερινότητάς.
Τι αισθάνεσαι περισσότερο: ηθοποιός η δάσκαλος θεατρικής αγωγής;
Νομίζω πως ύστερα από 10 χρόνια στην εκπαίδευση και άλλα τόσα στο χώρο του θεάτρου, έχω πετύχει έναν μαγικό συνδυασμό και των δύο. Εκ των πραγμάτων, ο δάσκαλος μέσα στη τάξη υποδύεται έναν ρόλο. Τα χαρακτηριστικά του ρόλου συνεχώς μεταβάλλονται και διαμορφώνονται με βάση άλλοτε το διδακτικό αντικείμενο, άλλοτε με την ηλικία-τάξη των μαθητών, ακόμη και με την κάθε στιγμιαία μεταβολή της διάθεσης και ψυχολογίας! Πάντως σίγουρα η κάθε διδακτική ώρα απαιτεί να ενσαρκώσεις ένα ρόλο. Πολλές φορές στη διάρκεια του μαθήματος, δίνω “μικρές παραστάσεις” και λειτουργώ σαν ηθοποιός με τις επιταγές μάλιστα μιας παράστασης ειδικά φτιαγμένη για τα παιδιά! Στο τέλος της ώρας αντιλαμβάνεσαι αν έχεις πετύχει, παιδαγωγικά, το στόχο σου και η ικανοποίηση είναι ένα δυνατό συναίσθημα όταν βλέπεις πως πέρασε στα “κοινό” σου η όλη προσπάθεια. Από την άλλη, το θέατρο, “το σανίδι”, κρύβει άλλες προσπάθειες, άλλους αγώνες και άλλες εμπειρίες. Εξίσου δυνατές, αλλά διαφορετικές. Σαν ηθοποιός ακολουθείς έναν πιο εσωτερικό δρόμο, με προσωπικές αναζητήσεις και βιώματα για να προσεγγίσεις τον ρόλο. Στο σχολείο αντίθετα τα ίδια τα παιδιά σε οδηγούν εκεί που πρέπει. Και για να είμαι ειλικρινής ξεκάθαρα δεν ανήκω σε κανένα από τα δύο. Δε μου χρειάζεται αυτή η ταυτότητα. Ξέρω ότι και τις δύο δραστηριότητες τις ορίζει το θέατρο και αυτό μου αρκεί.
Πώς ήταν το 1998 να λες «σπουδάζω θέατρο στην Καλών Τεχνών»; Έχουν οι Έλληνες θεατρική παιδεία;
Φαντάζομαι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές με το σήμερα. Δε θα ξεχάσω ποτέ τις αντιδράσεις ορισμένων γνωστών και συγγενών που όταν η απάντησή μου ήταν σπουδάζω θέατρο, συνήθως ακολουθούσε και η εξής διευκρινιστική ερώτηση, “παράλληλα με το πανεπιστήμιο κάνεις και θέατρο;” και πάντα συνέχιζα λέγοντας ότι το θέατρο έχει και πανεπιστημιακές σπουδές. Και αισίως σήμερα υπάρχουν 4 πανεπιστημιακά τμήματα θεατρικών σπουδών! Η αίσθηση των πραγμάτων διαμορφώνεται από το κοινωνικό σύνολο και η κοινωνία της Ελλάδας θεωρούσε πάντα την ενασχόληση με την τέχνη ως χόμπι. Επάγγελμα γίνεται στη συνείδηση των περισσότερων όταν απολαμβάνεις την επιτυχία των αθηναϊκών σκηνών ή τη συμμετοχή σε τηλεοπτικές και κινηματογραφικές οθόνες! Και ας μην γελιόμαστε, αυτό σαν άποψη ανακυκλώνεται και μεταξύ των ανθρώπων της τέχνης. Όλοι κάποια στιγμή κυνηγάμε το όνειρο της Αθήνας…Τώρα το αν έχει θεατρική παιδεία ο Έλληνας είναι μια μεγάλη συζήτηση και σίγουρα ένα ναι ή ένα όχι δεν μπορεί να είναι η απάντηση. Κάπου στο μέσο ίσως βρίσκεται και η θέση του Έλληνα. Αν θέλουμε να διαμορφώσουμε παιδεία σε οποιαδήποτε κοινωνική έκφραση (τέχνες, αθλητισμός, μουσεία κλπ) τότε πρέπει πρώτα να διαμορφώσουμε και το ανάλογο κοινό! Η παιδεία δεν κατακτιέται μόνο αν ο θεατής ξέρει όλη τη δραματουργία του Σαίξπηρ ή τα κείμενα των αρχαίων τραγωδών. Πολλοί πηγαίνουμε θέατρο, πόσοι όμως πραγματικά παρακολουθούμε την παράσταση; Το λέω και στους μαθητές μου «μάθετε να ακούτε και να βλέπετε όταν είστε θεατές, σεβαστείτε αυτούς που εκείνη τη στιγμή σας “βάζουν” στον κόσμο τους, πάρτε στοιχεία και ενέργεια από την ποιότητα που σας χαρίζουν, ακόμη και σε ένα αθλητικό γεγονός!». Το εκπαιδευμένο κοινό διαμορφώνει την ουσία σε κάθε χώρο. Και εδώ έρχεται η αμφίδρομη λειτουργία των πραγμάτων όπου οι άνθρωποι των τεχνών οφείλουμε να εκπαιδεύσουμε το κοινό με τη σειρά μας και με τον τρόπο μας. Να το μυήσουμε στη θεατρική δράση με τις ανάλογες παραστάσεις και θεάματα. Με αλήθειες. Μ’ αυτό το “κλείσιμο του ματιού” που χαρακτηρίζει την υπέρβαση. Που προκαλεί την κοινωνία και μετατρέπει το κοινωνικό γεγονός σε καλλιτεχνική πράξη!

Η θεωρία του θεατρικού παιχνιδιού παραμένει άγνωστη για το ευρύ κοινό. Πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η βιωματική μάθηση –μέσω της θεατρικής Αγωγής- στην τάξη; Ποια τα οφέλη για τα παιδιά;
Το μάθημα της θεατρικής αγωγής μετράει ήδη 20 χρόνια παρουσίας στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα και όλα αυτά τα χρόνια έχει περάσει από διάφορα στάδια στο διδακτικό ωράριο των μαθητών. Από καθαρά βοηθητική ειδικότητα στις αρχές, στη λειτουργία των ολοήμερων σχολείων, μέχρι και σήμερα που διδάσκεται στο πρωινό ωράριο. Σταδιακά “κερδίσαμε” την αναγνώριση του μαθήματος ακόμη και από συνάδελφους εκπαιδευτικούς, όταν είδαν πρακτικά πλέον πώς λειτουργεί το μάθημα. Σταδιακά όμως μας γνώρισαν και οι γονείς, πολύ περισσότερο τα 2 τελευταία διδακτικά έτη, εξαιτίας της πανδημίας που δυστυχώς εξακολουθεί να υφίσταται πιο απειλητική από ποτέ. Τα εργαλεία του δράματος και του θεατρικού παιχνιδιού, στα χέρια των παιδιών αποκτούν συναίσθημα, δύναμη και φωνή. Η έννοια του ρόλου για τα παιδιά είναι ξεκάθαρη. Μέσα από το παιχνίδι αυτό έχουν μάθει, να μπαινοβγαίνουν σε ρόλους. Άλλωστε μέσα από το παιχνίδι γνωρίζουν τον κόσμο σε βρεφική και νηπιακή ηλικία. Και μετά έρχεται το σχολείο. Η μάθηση αποκτά τετράγωνο σχήμα και η γνώση μετριέται. Η θεατρική αγωγή έρχεται και υποστηρίζει ότι γνώση και μάθηση υπάρχουν στο παιχνίδι! Με τεχνικές δράματος και παιδαγωγικές μεθόδους το μάθημα περνάει από τη θεωρητική βάση στη βιωματική εμπειρία. Οι μαθητές αναλαμβάνουν δράση και ουσιαστικά “μπαίνουν” στο μάθημα και γίνονται κομμάτι της γνώσης! Γίναμε μαγαζάτορες με τους μικρούς μαθητές για χάρη των μαθηματικών και μυστικοί πράκτορες που χρησιμοποιούσαν το κρυπτογραφικό αλφάβητο της Φιλικής Εταιρείας για χάρη της ιστορίας. Το κάθε αντικείμενο γίνεται θεατρική πράξη και η δράση μάθηση. Δυστυχώς το μάθημα διδάσκεται μία ώρα ανά τμήμα, στις 4 πρώτες τάξεις του δημοτικού και με την ανάγκη των διορισμών αποτελούν το μόνιμο αγκάθι της ειδικότητάς μας. Ξέρετε υπάρχουν συνάδελφοι θεατρολόγοι που αναπληρώνουν …ουσιαστικά τον εαυτό τους εδώ και 20 χρόνια! Επιστήμονες θεατρολόγοι που, παρ’ όλες τις ελλείψεις και τις δυσκολίες των ελληνικών σχολείων, παρουσιάζουν εξαιρετική δουλειά και έργο! Και υπάρχουν έρευνες που αναδεικνύουν την ανάγκη και τη σημασία του μαθήματος, αφού αποδεδειγμένα αυτό συμβάλλει στην κοινωνικοποίηση, συγκέντρωση, αυτοπεποίθηση, ενσυναίσθηση του μαθητή, στην ενίσχυση της φαντασίας του και δημιουργεί επικοινωνιακές και μαθησιακές ικανότητες. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια γενικευμένη προσπάθεια απαξίωσης των καλλιτεχνικών μαθημάτων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, κόντρα στις ανάγκες και απαιτήσεις των ελληνικών σχολείων. Εύχομαι και ελπίζω αυτό να είναι μια κακή στιγμή, μιας και το θεωρώ παράλογο στη χώρα που γέννησε το θέατρο να συζητάμε τα αυτονόητα… ο πολιτισμός ανήκει δικαιωματικά στα σχολεία μας!
Η παιδαγωγική θεάτρου είναι μια συνεχής και δυναμική διαδικασία, όπου ο στόχος διαμορφώνεται από την ομάδα. Η ανάγκη του ενός αποτελεί την ανάγκη της ομάδας και το αντίστροφο. Ισχύει το ίδιο και στη σκηνή του θεάτρου;
Την ανάγκη του ενός εγώ τη φοβάμαι! Η ενσωμάτωση στην ομάδα για μένα σημαίνει αφήνω το εγώ μου στην άκρη. Σαφώς και οι ομάδες γεννιούνται από τα θέλω και τις αναζητήσεις. Την ανάγκη του καθενός. Αυτό που όμως σημαίνει προχωράω σε μία ομάδα είναι η κοινή γραμμή, ο κοινός κώδικας επικοινωνίας. Αν μια ανάγκη ορίζει πολλούς τότε γίνεται αυτόματα η δυναμική της ομάδας. Πάντα υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής. Εκεί θα πατήσεις για να ενώσεις την ομάδα. Κι αν στην πορεία η ανάγκη του ενός γίνει ο στόχος της ομάδας είναι γιατί η ίδια η ομάδα το έχει επιλέξει, απολύτως θεμιτό! Θα μου πει κάποιος, μα και στο θέατρο η ανάγκη του ενός – του σκηνοθέτη- αποτελεί στόχο της ομάδας! Εκεί πλέον μιλάμε για ευδιάκριτους ρόλους, σκηνοθέτης, ηθοποιοί, τεχνικοί. Η ομάδα στο θέατρο είναι το σύνολο των ηθοποιών. Μεταξύ αυτών διαμορφώνονται οι ισορροπίες και οι στόχοι της δικής τους ομάδας. Αυτό άλλωστε είναι το επάγγελμα του ηθοποιού. Εκτελεί τεχνικά τον τρόπο ανάγνωσης του σκηνοθέτη. Ο εμψυχωτής κατευθύνει, οδηγεί την ομάδα, ο σκηνοθέτης ορίζει τον κόσμο στη σκηνή, σκηνοθετεί τους ηθοποιούς! Στο παιδαγωγικό κομμάτι του θεάτρου τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Και το σύνθετα δε σημαίνει απαραίτητα πιο δύσκολα. Για να μιλήσω με παράδειγμα, είχα μια χρονιά έναν μαθητή τον Α., ένα εξαιρετικό πλάσμα με ιδιαίτερη εικαστική ματιά! Μπορούσε να σου ζωγραφίσει – φτιάξει το οτιδήποτε με απίστευτη λεπτομέρεια. Ο Α. είχε γνωμάτευση Άσπεργκερ. Η ανάγκη του ήταν να αποτυπώνει σε εικόνες τα πάντα και σε καμία περίπτωση δεν συμβάδιζε με τις ανάγκες των υπόλοιπων μαθητών που ζητούσαν το παιχνίδι, τις παντομίμες, τους αυτοσχεδιασμούς. Η συνύπαρξή του όμως με την ομάδα ήταν στόχος που επετεύχθη όταν ο Α. κατασκεύαζε κάθε σκηνική και εικαστική προσθήκη στις δράσεις μας. Ο τρόπος με τον οποίο ρουφούσε τη γνώση ήταν η ζωγραφική. Για να μπορέσει να μας κατασκευάσει το απαιτούμενο σκηνικό άκουγε τις πληροφορίες που δίναμε, συζητούσε με τους συμμαθητές του, παρακολουθούσε την παράσταση γιατί μέσα υπήρχε και η δουλειά του. Η ανάγκη του λοιπόν βρήκε τη θέση που της άρμοζε μέσα στην ομάδα χωρίς να την επιβάλλει στους υπόλοιπους. Αυτό είναι η παιδαγωγική του θεάτρου, η ένωση!

Πόση «διορία» έδωσες στον εαυτό σου να πετύχει κάποιους στόχους, όταν πήγες στην Αθήνα -κύρια πηγή μεγάλων καλλιτεχνικών παραγωγών;
Η αλήθεια είναι ότι το διάστημα 2006-7 βρέθηκα στην Αθήνα με την ιδιότητα του εκπαιδευτικού. Ήταν τα πρώτα χρόνια που άρχισα να εργάζομαι ως θεατρολόγος στα δημοτικά σχολεία και εκείνη τη χρονιά βρέθηκα στο κέντρο του θεάτρου. Οπότε ουσιαστικά άρπαξα τη διορία του ενός διδακτικού έτους που μου έδωσε το Υπουργείο Παιδείας. Ήταν όμως μία γεμάτη χρονιά. Τα μεσημέρια σχολείο και τα απογεύματα πρόβες μέχρι που έγιναν βραδινές παραστάσεις. Είχα καταφέρει να τρυπώσω σε μια μικρή ομάδα που θα ανέβαζαν το “Δωμάτιο με τους Μανδαρίνους” του Ρ. Τομά. Αυτό ήταν! Ποτέ ξανά δεν βρέθηκα στην πρωτεύουσα παρά μόνο για κάποιες ακροάσεις. Πολλές φορές σκέφτομαι (και άλλες απλά με κατηγορώ) ότι δεν έδωσα καθόλου χρόνο στο “ψάξιμό” μου ως ηθοποιός. Με το που πήρα το πτυχίο, σχεδόν αμέσως μπήκα στα σχολεία και κάθε χρόνος που περνούσε με απομάκρυνε από την υποκριτική. Η Λάρισα μπόρεσε να μου τα προσφέρει και τα δύο, οπότε τα υπόλοιπα είναι απλά ιστορία.
Επέστεψες στην πόλη σου, λοιπόν όπου εκτός από δάσκαλος θεατρική αγωγής συμμετέχεις και σε παραστάσεις, όποτε παρουσιαστεί ενδιαφέρουσα, όπως οι πρόσφατες «Οι ράγες πίσω μου» του Χάρη Ρώμα σε σκηνοθεσία Χ.Χρήστου και ο ρόλος του Σάκη στον εξαιρετικό θεατρικό μονόλογο του Α.Σταμάτη «Η Τελευταία Μάρθα». Μπορούν να γίνουν μεγάλες παραγωγές στην επαρχία;
Καταρχήν είναι μεγάλη ευλογία που μπορώ και τα έχω και τα δύο στη ζωή μου. Σ’ αυτά τα 16 χρόνια στον χώρο του θεάτρου, από την πρώτη ευκαιρία πλάι στον Κώστα Λαμπρούλη μέχρι και σήμερα, έχω κάνει πολλά διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα. Και όπερα και παιδικό θέατρο και μιούζικαλ , μέχρι και εμψυχωτής –βοηθός σκηνοθέτη σε πρόγραμμα-ομάδα του ΟΚΑΝΑ Λάρισας. Και αυτό το συνεχόμενο πέρα – δώθε, ως ένα βαθμό ενισχύει αυτό που είπες, ότι έκανα παράσταση όποτε αυτή παρουσιαζόταν ενδιαφέρουσα. Έζησα όμορφες συνεργασίες, με ωραίους ανθρώπους και καλλιτέχνες! Στα σχολεία είμαι ανελλιπώς τα τελευταία 9 χρόνια ενώ πριν 2 χρόνια, ύστερα από μια μεγάλη παύση, ξαναπάτησα σε θεατρική σκηνή. Στις δύο συνεργασίες που αναφέρεις η σύσταση της ομάδας και τα ίδια τα κείμενα δεν μου άφηναν κανένα περιθώριο άρνησης! Και η Χρυσούλα και ο Άκυς δεν χρειάζονται συστάσεις στο κοινό της Λάρισας, είναι δύο σκηνοθέτες που σέβονται τον ηθοποιό και μου έδωσαν την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσω τη σχέση μου με τη σκηνή, μέσα από τους καταπληκτικούς ρόλους των δυο αυτών κειμένων!
Τώρα όσον αφορά το κομμάτι των μεγάλων παραγωγών στην επαρχία, η Λάρισα νομίζω το έχει αποδείξει πολλές φορές. Και με οικονομικούς και με καλλιτεχνικούς όρους. Πρώτα απ’ όλα το ίδιο το Θεσσαλικό Θέατρο. Από κει και πέρα η πόλη πάντα διέθετε και σήμερα πολύ περισσότερο, εξαιρετικό δυναμικό επαγγελματιών τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Το πρόβλημα της πόλης άλλωστε πάντα ήταν και παραμένει ο θεατρικός χώρος. Μια μεγάλη παραγωγή προϋποθέτει και τον ανάλογο χώρο. Ωραίο το θέατρο του Μύλου αλλά οι ανάγκες (και πάλι μπροστά μας) της πόλης είναι άλλων μεγεθών! Ακόμη σε αναμονή ΟΥΗΛ είμαστε….
Θα ήθελες να δοκιμάσεις την εμπειρία του κινηματογράφου ή μιας τηλεοπτικής σειράς ή προτιμάς τον δυσκολότερο δρόμο, τον αμιγώς θεατρικό;
Στα 13 μου όταν είδα τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στον κινηματογράφο, είπα αυτό θέλω να κάνω! Τώρα πώς το εννοούσα , πώς το εξέφρασα και πώς μου βγήκε είναι μια άλλη συζήτηση. Η αλήθεια είναι πως πάντα με ενδιέφερε η θεωρία του κινηματογράφου και στην εφηβεία μου ευθαρσώς δήλωνα ότι θα ασχοληθώ με την κριτική! Και ας έκλεινα από πιτσιρικάς το μάτι στην υποκριτική. Οπότε σίγουρα θα με ενδιέφερε η εμπειρία του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Ποτέ δεν ήμουν οπαδός της άποψης ότι στο θέατρο περπατάς σε πιο δύσκολο δρόμο. Σε επίπεδο μισθών, ναι στο θέατρο δεν αμείβεσαι όπως θα έπρεπε. Αν και στην Ελλάδα ούτε και ο κινηματογράφος σου αφήνει κέρδος… Αλλά ένας ηθοποιός και στις δυο περιπτώσεις, θα χρησιμοποιήσει τα ίδια εργαλεία προκειμένου να δώσει ζωή στο ρόλο του. Η έρευνα και η αναζήτηση του ρόλου δεν αλλάζει είτε μιλάμε για κινηματογραφικό ή θεατρικό ήρωα! Από την άλλη τεχνικά μιλάμε για δυο διαφορετικά πράγματα ακόμη και για έναν ηθοποιό. Από το πώς θα εκφραστεί μέχρι το πώς θα αποτυπωθεί ως εικόνα. Πέρα από δυο μικρού μήκους ταινίες που έκανα στο παρελθόν δεν ξέρω κατά πόσον είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για να μιλήσει για τον ηθοποιό στον κινηματογράφο. Αλλά το ναι ως απάντηση είναι δεδομένο σε μια ενδεχόμενη ενδιαφέρουσα κινηματογραφική πρόταση.
Ποιον θεατρικό ήρωα θα ήθελες να ενσαρκώσεις στη σκηνή και ποιος θεωρείς ότι θα ήταν πολύ μεγάλη πρόκληση γιατί είναι εντελώς κόντρα σε εσένα;
Αν απαντήσω «πολλοί» θα ακουστεί τετριμμένο, αλλά έτσι είναι. Μεταξύ σοβαρού κι αστείου, νομίζω δεν έχω εκπληρώσει ούτε το 1/100 της ερμηνευτικής λίστας μου! Πάντα όμως είχα μια αδυναμία στους πιο σύγχρονους ήρωες της παγκόσμιας δραματουργίας. Τους αισθάνομαι πιο οικείους, αντιλαμβάνομαι τα κίνητρά τους και καταλαβαίνω τα επιχειρήματά τους. Και όλοι τους έχουν κάτι το κινηματογραφικό στη δομή τους. Και η κινηματογραφική ματιά είναι πρωταρχικό στοιχείο του τρόπου που δουλεύω, από το κείμενο μέχρι την αισθητική. Τέτοιοι ήταν οι ήρωες στις συνεργασίες μου με τον Άκυ Μητσούλη ( BUG, Χοντροί Άντρες), τέτοια και η τετράδα των ρόλων στις «Ράγες πίσω μου» της Χ. Χρήστου, τέτοιος και ο Σάκης από την «Τελευταία Μάρθα» του Αλέξη Σταμάτη, πάλι η σκηνοθεσία του Α. Μητσούλη. Κόντρα δε νομίζω ότι είναι κάποιος από τους παραπάνω ρόλους κι ούτε ποτέ μου «αναμετρήθηκα» με κάτι τόσο μακριά από την ιδιοσυγκρασία και τον τρόπο σκέψης μου. Πάντως για να απαντήσω και τυπικά στην ερώτησή σου, θα ήθελα πολύ να (ξανά)έρθω αντιμέτωπος με χαρακτήρες του Ντέιβιντ Μάμετ και του Μάρτιν Μακ Ντόνα και ρόλους – πρόκληση βλέπω μόνο στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες!

Σύμφωνα με τον ρώσο σκηνοθέτη Μέγιερχολντ, µέσα από την υιοθέτηση ενός διαφορετικού κινησιολογικού κώδικα από εκείνον που συνηθίζει κανείς, γεννιούνται συναισθήματα και αποκαλύπτονται συγκινησιακοί και ιδεολογικοί κόσµοι άγνωστοι μέχρι εκείνη τη στιγµή. Συμφωνείς με αυτή τη παραδοχή που θεωρεί την κίνηση όχι ως το αποτέλεσµα ή το σκοπό της συμπεριφοράς αλλά τον κυρίαρχο παράγοντα της σκέψης και των συναισθηµάτων; Ποια θεατρική στιγμή σου θεωρείς ότι άγγιξε αυτή τη «βιο-μηχανική του ηθοποιού»;
Το θέατρο είναι λόγος και κίνηση. Ότι ακριβώς δηλαδή ορίζει την ανθρώπινη υπόστασή μας. Κι όλοι μας κάποια στιγμή έχουμε επικοινωνήσει και εκφραστεί είτε με μια αγκαλιά είτε με ένα απλό αλλά και δυνατό «Μου λείπεις». Ακόμα καλύτερα αν τα κάνουμε και τα δύο και χρησιμοποιήσουμε και κίνηση και λόγο (λέω εγώ). Ο Μέγιερχολντ λοιπόν (για να το πούμε απλά) μας λέει ότι η δυνατή στιγμή στο θέατρο θα προκύψει μέσω της κίνησης. Ότι η δύναμη της σωματικής έκφρασης θα μεταδώσει στον θεατή μια γκάμα συναισθηματικών ερμηνειών. Δεν μπορώ να διαφωνήσω με αυτό! Αλλά ο τρόπος που το ορίζει ο Μέγιερχολντ για μένα αγγίζει τον πειραματισμό! Ίσως κάπου εδώ γεννιέται και το χοροθέατρο, που ως αντίληψη και μόνο κινείται στα πλαίσια του βιομηχανικού ηθοποιού. Προκύπτει δηλαδή ένα παίξιμο στυλιζαρισμένο, μη-ρεαλιστικό, σχεδόν υπερβολικό και για την πρόζα δεν είναι πάντα βοηθητικό κάτι τέτοιο. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια, δεν ξέρω αν κερδίζει έδαφος σαν μέθοδος, το βλέπω πολύ στις σκηνοθεσίες που ανεβαίνουν, το έχουμε δει ακόμη και σε τραγωδίες… Από την άλλη, πολλά κείμενα της σύγχρονης δραματουργίας, εξυπηρετούν αυτή τη θεωρία, από τον τρόπο και μόνο που είναι γραμμένα. Η δομή του χαρακτήρα ενισχύει τη σωματική έκφραση και δεν … «ξενίζει» στο λόγο! Εκεί ναι, η κινησιολογία μετατρέπεται στον κυρίαρχο τρόπο σκέψης του ηθοποιού και της μεταφοράς συναισθημάτων. Εν ολίγοις ο Μέγιερχολντ υποστηρίζει ότι πρέπει να κάνω κάτι πρώτα, για να αισθανθώ, σε αντίθεση με την αντίπαλη θεωρία του Στανισλάβσκι που λέει πως πρέπει να αισθανθώ για να δράσω. Την έννοια αυτή, της βιομηχανικής ως ηθοποιός δεν την έχω βιώσει, σίγουρα όμως έχω υποδυθεί ρόλους που η ανάλυσή τους έκρυβε κινησιολογική αναζήτηση. Εκεί που καταλήγω πάντως κάθε φορά που ερευνώ έναν ρόλο, είναι η αλήθεια που απαιτείται τόσο στην κίνηση όσο και στον λόγο του ήρωα! Αυτή η αλήθεια είναι που θα γεννήσει όλες αυτές τις σκέψεις και τις συγκινήσεις που θα ορίσουν τη θεατρική πράξη.
Είναι «όλος ο κόσμος μια σκηνή»;
«Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή. Και οι άντρες και οι γυναίκες είναι απλώς ηθοποιοί» λέει ο Σαίξπηρ. Άδικο έχει; Από την ώρα που γεννιόμαστε και για όλη μας τη ζωή ερμηνεύουμε ρόλους, που τους έχουμε επιλέξει ή και όχι, που μας αρέσουν ή και όχι. Αυτοί οι ρόλοι συνθέτουν την κοινωνία μας και λόγω αυτής υφίστανται. Οι ίδιες οι κοινωνικές συμβάσεις προϋποθέτουν τους ρόλους. Από γιος κάποια στιγμή γίνεσαι πατέρας και παππούς, από υπάλληλος γίνεσαι διευθυντής και από καλός στη δική σου ιστορία, γίνεσαι ο κακός στην ιστορία κάποιου άλλου! Αυτό το αλισβερίσι ανθρώπων και καταστάσεων μιμείται το θέατρο. Οι σχέσεις, η επικοινωνία, οι έρωτες, τα πάθη, τα μίση, ο πόλεμος, τα μυστικά, οι αλήθειες, τα ψέματα, τα ναι και τα όχι της καθημερινότητάς μας, τροφοδοτούν την τέχνη του θεάτρου. Η μεγάλη σκηνή της ζωής, με τον πιο ευφάνταστο τρόπο, δημιουργεί τις εικόνες και τις συνθήκες αυτές, που αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης και δράσης στην καλλιτεχνική σκηνή του θεάτρου.